Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

ΣΦΑΚΙΑΝΟΣ

ΠΑΛΙΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
Eδωσε τον λόγο του και τον κράτησε..!

Γράφει ο ΜΙΝΩΣ ΣΟΦΟΥΛΗΣ

Τον Μάρτιο του 1897 ο γολγοθάς της Κρήτης (σκλαβωμένη από το 1204, σε Ενετούς και Τούρκους) έφθασε στο τέλος του.
Το νησί μας έγινε αυτόνομο, υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου και οι Μεγάλες Δυνάμεις έστειλαν αγήματα (Ιταλοί στα Χανιά, Ρώσοι στο Ρέθυμνο, Άγγλοι στο Ηράκλειο, Γάλλοι στο Λασίθι) για να επιβάλουν την τάξη.
Τον Αύγουστο του 1898, οι Τούρκοι έκαναν επεισόδια στο Ηράκλειο, εναντίον Άγγλων και ντόπιων, με αποτέλεσμα, ο τουρκικός τακτικός στρατός που βρισκόταν στις πόλεις, διατάχτηκε να εγκαταλείψει την Κρήτη.
Μαζί με τον στρατό έφυγαν τότε και οι μισοί περίπου Τουρκοκρητικοί, από τις 80 χιλιάδες που υπήρχαν τότε στο νησί (οι υπόλοιποι έφυγαν το 1923).
Ανάμεσά τους ήταν και ένας πλούσιος αγάς από τον Μαρουλά Ρεθύμνης (κοντά στο Αρκάδι), που εκτός των άλλων, είχε και ένα μεγάλο χειμαδιό, που τα τελευταία χρόνια, μη μπορώντας να το εκμεταλλεύεται μόνος του, το νοίκιαζε σε μια Σφακιανή οικογένεια που κατοικούσε στου Γετίμη το Μετόχι (έξω από τις Βρύσες Αποκορώνου).
Η οικογένεια αυτή (4 αγόρια και 2 κορίτσια, με τη χήρα μάνα τους), κατέβηκε από την Ιμπρο Σφακίων, μετά την επανάσταση του 1866 και με την κουρούντιση συγγενών τους που βρισκόταν ήδη εκεί, πρόκοψε και απόκτησε μεγάλη περιουσία.
Στην αδελφοσύνη, λοιπόν, αυτή, νοίκιαζε ο αγάς το χειμαδιό, για να ξεχειμωνιάζουν οι αίγες και τα πρόβατα που έφερναν, από τη Φρεδιανή μαδάρα.
Μαθαίνοντας ο ηγούμενος του Αρκαδίου ότι θα συνόρευε με Σφακιανούς, τραβούσε τα γένια του!...
Όμως δεν είχε δίκιο.
Ο πιο δυναμικός (στο καλό και στο κακό) της αδελφοσύνης, ήταν ο καπετάν Νικολάκης και οι υπόλοιποι του είχαν αναθέσει, εν λευκώ, τη διαχείριση της περιουσίας.
Αυτός προσπάθησε 'να τα βρει' με το Μοναστήρι, κάτι που το κατάφερε πολύ σύντομα, αφού παίρνοντας την άδεια από τους καλόγερους, 'διαλάλησε' και βρήκε εύκολα (με τις διασυνδέσεις που είχε), μια μεγάλη κομματέ ωζά που τους είχαν κλέψει.
Και η φιλία των Σφακιανών με το Μοναστήρι δέθηκε ακόμα περισσότερο με βάπτιση που έκανε ο ηγούμενος ενός παιδιού της αδελφοσύνης.
Αλλά και η σχέση του καπετάν Νικολάκη με τον αγά ήταν άριστη, αφού πάντα ήταν συνεπής στην πληρωμή του ενοικίου.
Όσες φορές πήγαινε στο χειμαδιό, κοντά στους βοσκούς, τον καλούσε ο αγάς να μένει σπίτι του και η χανούμη του έστρωνε μυρωδάτα σεντόνια, κάτι που τον έφερνε σε δύσκολη θέση, αφού περνούσαν μέρες να βγάλει τα στιβάνια του..!
Τα χρόνια περνούσαν και η ζωή των Τούρκων που ζούσαν έξω από τα τείχη των πόλεων γινόταν όλο και πιο δύσκολη.
Ο αγάς αποφάσισε να πουλήσει το χειμαδιό και ήταν φυσικό να το αγοράσει η αδελφοσύνη, χωρίς όμως να μπορέσει να δώσει μαζεμένα τα χρήματα.
Ο Τουρκοκρητικός έκανε το συμβόλαιο, βασιζόμενος στον λόγο του Σφακιανού ότι δεν θα χάσει ούτε γρόσι από τα χρήματα που όφειλε να του δώσει.
Φθινόπωρο του 1898, η προκυμαία του Ρεθύμνου ήταν γεμάτη Τουρκοκρητικούς, με τις οικογένειές τους και με όσα πράγματα μπορούσαν να φέρουν από τα σπίτια τους, περιμένοντας το πλοίο που θα τους έπαιρνε.
Ο καπετάν Νικολάκης, μόλις έμαθε τα γεγονότα δεν εκμεταλλεύθηκε την κατάσταση.
Μάζεψε, από συγγενείς και φίλους, τα χρήματα που χρωστούσε και πήρε τον δρόμο για το Ρέθυμνο.
Άρχισε να ρωτά για τον Μαρουλιανό αγά, αν και κάποιοι ντόπιοι -μαθαίνοντας τι τον ήθελε- του έλεγαν:
'Εκουζουλάθηκες καπετάν Νικολάκη; Εμείς παίρνουμε τα χωράφια ντωνε, δίχως μεγάλα παζάρια. Και τα λεφτά που έχεις δώσει, πολλά ντου είναι!'.
Ομως αυτός είχε δώσει τον λόγο του στον αγά και δεν ήθελε να τον πατήσει.
(Δεν ξέρω τι θα κάναμε εμείς οι σημερινοί..!).
Τον βρήκε λοιπόν και του έδωσε τις λίρες που του χρωστούσε.
Ο αγάς συγκινημένος, έσκυψε να του φιλήσει το χέρι, αλλά ο Σφακιανός δεν τον άφησε.
Αγκαλιάστηκαν, φιλήθηκαν και ξεχώρισαν με δακρυσμένα μάτια.
Με πονεμένη ψυχή άφησαν τα χώματα της Κρήτης (τι να πούνε και κάποιοι άλλοι που μαζί με τα αγιασμένα από πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια χώματα, άφησαν και χιλιάδες βασανισμένους, βιασμένους, σφαγμένους, άθαφτους...), αυτοί που άλλαξαν την πίστη τους για να μπορέσουν να επιβιώσουν στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς και που εν συνεχεία έγιναν φοβεροί εχθροί των συμπατριωτών τους.
Ομως, παρ? όλα αυτά, το αίμα νερό δεν γίνεται.
Εχει κάτι το ξεχωριστό τούτο το νησί, που δίνει στα παιδιά του μια ιδιαίτερη νοοτροπία, ανεξάρτητα από θρησκευτικές και άλλες διαφορές.
Από αυτή ξεκινά και η αγάπη που έχουν ακόμα οι Τουρκοκρητικοί για τούτα τα χώματα.


Δημοσιεύθηκε στις: 28-03-2011
ΧΑΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ
Free Hit Counter